Ιωάν. κ’ 19-31
Ο σημερινός κόσμος δεν ψάχνει τον Χριστό. Δεν τον απασχολεί η υπαρξή Του. Δεν έχει χρόνο και διάθεση να αναζητήσει Αυτόν που έφτιαξε τον κόσμο. Δεν θρησκεύει παρά μόνον προσκυνώντας τον εαυτό του στον ναό της αυτολατρείας. «Επέστη ὁ καιρός τῆς αὑτολατρείας καί πᾶσαι αἱ ἄλλαι θρησκεῖαι κατηργήθησαν» μας φωνάζει ο παππούς μας Αλεξ. Παπαδιαμάντης, ήδη το 1881, όντας ευφυής προβλέπτης και προφήτης των επερχομένων. Σε αυτή την κινητή άμμο της αυτολατρείας πώς να μπορέσει ο δύστυχος σημερινός άνθρωπος να σταθεροποιήσει απόψεις και γνώμες και πίστη;
Μετά την χριστιανική εποχή άπειροι μελετητές κάλυψαν με αναρίθμητα προσωπεία την μορφή του Χριστού αναλόγως της περιόδου που έζησαν. Στα χρόνια του Διαφωτισμού ο Ιησούς παρουσιάζεται σαν σοφός διδάσκαλος που κηρύττει τον θεό και την αρετή. Η εποχή του Ρομαντισμού που ακολούθησε μεταμόρφωσε τον Ιησού σε μια δραματική θρησκευτική ευφυΐα. Για τον μεγάλο φιλόσοφο Ε. Καντ ο Ιησούς είναι ένας ηθικολόγος. Για τον σοσιαλισμό που προέκυψε ο ίδιος ο Ιησούς είναι ο αρχηγός ενός κινήματος καταπιεσμένων που καταδικάστηκε από τις αρχές της χώρας του σαν προλετάριος Leader και στην συνέχεια «αφοπλίστηκε» από τις εκκλησίες! Στις μέρες μας ο Ιησούς ντύθηκε με τα χαρακτηριστικά στοιχεία του Υπαρξισμού και της ψυχαναλυτικής θέασης των πραγμάτων!
Ο Απόστολος Θωμάς αντιθέτως γυρεύει να ψάξει τον Ιησού για να τον εμπιστευθεί. Γυρεύει να το κάνει με προσωπική πραγματογνωμοσύνη ( τόν δάκτυλόν μου εἰς τόν τῦπον τῶν ἥλων καί τήν χεῖρα μου εἰς τήν πλευράν Αὐτοῦ). Δεν πείθεται σε διαβεβαιώσεις άλλων. Όμως δεν είναι και ευχαριστημένος με τον εαυτό του. Δεν αρνείται για να αρνείται. Αναζητεί. Ψάχνει. Αγωνιά. Ο μεγαλοφυής Καραβάτζο στην εκπληκτική ελαιογραφία του «Ο άπιστος Θωμάς» τον βάζει να χώνει το δάκτυλό του στο άνοιγμα, από την λόγχη του στρατιώτη, της πλευράς του Ιησού! Η ωμότητα της σκηνής είναι φυσικά προτιμότερη από την ερμαφρόδιτη και επαμφοτερίζουσα «ευγένεια» των συγχρόνων μας ανθρώπων, που η αναζήτηση τους για το όλο θέμα εξαντλείται στο: Ποιός ξέρει; Παριστάνοντας τον ειλικρινή αμερόληπτο αγνωστικιστή ίσων αποστάσεων, ενώ (όπως έλεγε ο Β. Λένιν) «κάθε αγνωστικιστής είναι ένας ντροπαλός αθεϊστής».
Στην ραψωδία Τ της Οδύσσειας, ο Οδυσσέας αναγνωρίζεται από την ουλή που αυτός έχει στο πόδι του από ένα τραύμα κυνηγιού. Πολλοί μνηστήρες ζητούν το χέρι της Πηνελόπης. Όμως μόνον ο ξένος που έρχεται κατ αρχάς ως άγνωστος και από την ουλή της πληγής αναγνωρίζεται, γίνεται κύριος του οίκου του.
Ο Θωμάς αναγνωρίζει τον Ιησού από τις ὠτειλές= νωπές πληγές(στα αρχαία) των σωτηρίων παθημάτων Του. Έχει εμπρός του, το μυστήριο ενός ανθρώπου ο οποίος, αν και ανήκει στην ιστορία, φαίνεται ότι την ξεπερνά. Ο Θωμάς δεν παραδίδεται πριν βεβαιωθεί. Δεν βολεύεται σε μια αυτολατρεία. Αναζητά τον Κύριο και Θεό του.
Η εκκλησία πανηγυρίζει και τιμά των Θωμά και την στάση του. Δεν τον κατακρίνει όπως δεν τον κατέκρινε ο Χριστός. Δεν θεωρεί αναίδεια την αναζήτηση. Αντίθετα ονομάζει «καλή απιστία» την στάση του Θωμά. Η πίστη δεν είναι αφελείς βεβαιότητες. Είναι περιπέτεια οδυνηρή, αναζήτησης και σχέσης. Δεν είναι βόλεμα εγωιστικής εξασφάλισης. Είναι βίωμα δυνητικής απόρριψης από τις… δύο πλευρές!! Ο Ιησούς λέει και σε μας: «φέρε τήν χεῖρα σου (το μυαλό σου, την κρίση σου) ὧδε καί βάλε στήν πλευράν μου» επειδή θέλει να αρχίσουμε να «χτίζουμε» μια σχέση από αυτή την… επαφή.
Το ευαγγέλιο που περιγράφει την συνάντηση του Θωμά με τον Ιησού(Ιωαν 20, 24-29) όπως και τα άλλα τρία Ευαγγέλια δεν έχουν σκοπό να παρουσιάσουν μια «βιογραφία» του Ιησού όπως το εννοούμε σήμερα, αλλά να μεταδώσουν ένα μήνυμα. Δεν κάνουν ιστορία αλλά μάθημα ζωής. Γι αυτό όλοι οι ευαγγελιστές δίνουν πρωταρχική σημασία στο μήνυμα που μετέδωσε ο Χριστός. Εξηγούν σε μας τον χρόνο και την ιστορία με βάση την πίστη. Σημασία έχει το γιατί και το πώς της ζωής του Δασκάλου.
Οι μαθητές στο όρος της Γαλιλαίας είδαν τον Αναστημένο Χριστό και Τον προσκύνησαν. Μερικοί όμως είχαν αμφιβολίες, που ίσως δεν εκφράστηκαν τότε! Το απρόοπτο και η χαρά μπλόκαρε ίσως και τον Θωμά και δεν τις εξέφρασε τότε. Όταν το βράδυ της Κυριακής ο Ιησούς επανεμφανίστηκε στους μαθητές, ο Θωμάς έλειπε. Όταν λοιπόν οι άλλοι τον διαβεβαίωναν για το γεγονός της Αναστάσεως ο Θωμάς διαμαρτυρόμενος τους… αποσαφήνισε ότι θα δεχθεί την ανάσταση του Ιησού μετά από χειραψία των πληγών Του.
Όταν μετά από οκταήμερο διάστημα ξαναεμφανίζεται ο Ιησούς και τον προτρέπει στην ψηλάφηση, ο Θωμάς τότε δεν λέει: Ναι, όντως αναστήθηκε αυτός είναι! Αλλά λέει: Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ. Και η Εκκλησία ευχαριστεί τον Θωμά για την στάση του αυτή γιατί «τάς καρδίας τῶν πιστῶν εἰς ἐπίγνωσιν εἶξε». Χρωστάμε μαζί με την ευγνωμοσύνη προς τον Θωμά και ευγνωμοσύνη στους λεγομένους «απίστους» που το έργο τους δεν εκτιμήθηκε πάντοτε όσο έπρεπε από τους Χριστιανούς. Πρέπει να μάθουμε με τιμιότητα και θάρρος να διακρίνουμε ό,τι γνωρίζουμε και ό,τι πιστεύουμε για τον Χριστό.
Όλα αυτά μας μαθαίνουν να μη φοβόμαστε τις αμφιβολίες μας. Δεν γίνεται αλλιώς. Χρειαζόμαστε κάποια «ουλή» κάποια «ὠτειλή» για να αναγνωρίσουμε Τον αγαπημένο. Ας την αναζητήσουμε μέσα σ αυτά τα τέσσερα κείμενα των Ευαγγελίων που μας δείχνουν Αυτόν τον αναζητούμενο Αγαπημένο. Ας μη τα φοβόμαστε. Η Εκκλησία του Χριστού έχει πετάξει στην άκρη την χαζοευσεβή μυθολογία ογδόντα περίπου απόκρυφων κειμένων. Ένας λόγος Του θα γίνει και σε μας η σωτήρια πληγή για την οποία θα πούμε μαζί με τον Θωμά «ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου». Όχι απλώς σε αναγνωρίζουμε αλλά σε εμπιστευόμαστε και σε θέλουμε ρυθμιστή της ζωής μας.
Ο Ιησούς συνεχίζοντας την διδασκαλία Του κατά την συνάντηση με τον Θωμά λέει για μας ότι είμαστε μακάριοι, δηλαδή ευτυχισμένοι και αξιέπαινοι, γιατί χωρίς να Τον δούμε σωματικά (οὐ βλεφάροις ἰδόντες, ἀλλά καρδίας πόθω πεπιστευκότες) Τον αγαπήσαμε και τον εμπιστευθήκαμε.
Εμείς ας Του πούμε μαζί με τον άγιο Ρωμανό τον Μελωδό:
Μείνε Κύριε ανεκτικός στην απαιτησή μου να «γευθώ την χρηστότητά Σου».
Σιγούρεψε την ψυχή μου.
Ανέχθηκες τους ξένους προς εσένα και εχθρούς Σου.
Ανέξου και μένα τον κατά πρόθεσιν δικό σου και «δείξε μου τις πληγές Σου» για να τις έχω «πηγές» από τις οποίες θα αντλώ και θα πίνω» την πίστη.
Μη με καταφλέξεις Σωτήρ μου, είσαι το ξέρω «φωτιά» καθ’ υπόστασιν, όμως, επειδή το θέλησες αγαπώντας μας, είσαι Σώμα το οποίο έλαβες.
Κάνε με μέτοχο των Μυστηρίων του προσώπου Σου όσον γίνεται για μένα.
Δέξαι με όπως την αιμορροούσα, όμως εγώ δεν κρατώ το κράσπεδο των ρούχων Σου,
ΑΚΟΥΜΠΩ ΤΟ ΣΩΜΑ ΣΟΥ, κραυγάζων ΚΥΡΙΟΣ ΥΠΑΡΧΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΟΣ ΜΑΣ.
Πηγή: https://www.enoriako.info/index.php/2016-05-31-12-50-12/359-2014-04-26-02-35-39