ΟΔΥΣΣΕΙΑ
Αξίες

«Ουκ επ’ άρτω»
η μέρα που οι Καλικάντζαροι θα την θυμούνται με πολλή χαρά

Ο μελλοντικός ιστορικός όταν θα προσεγγίζει τα γεγονότα των ημερών μας ασφαλώς θα σχολιάσει την έντονη σύγχυση μεταξύ των πολιτών, τα ερωτήματα που καθημερινά αναφύονται, τις επιστημονικές ανατροπές και ανατοποθετήσεις, τις αντιθέσεις, τις διαψεύσεις, την τάση για ποικίλες και ενίοτε ακραίες εκδοχές κατανόησης και αντιμετώπισης της κατάστασης, το διάχυτο αίσθημα αβεβαιότητας… Είναι γεγονός ότι τα ερωτήματα και οι προβληματισμοί, όχι απλά δεν έχουν εύκολες απαντήσεις, αλλά συχνά μας ξεπερνάνε!

Οι δράσεις για την αντιμετώπιση της απειλής από τον SARS-CoV-2 συχνά προκαλούν αντιδράσεις και κριτική. Κι ενώ η άσκηση εποικοδομητικής κριτικής μπορεί να συμβάλει στην ανάδειξη λύσεων, υπάρχουν περιπτώσεις όπου η κριτική φαίνεται συναισθηματικά φορτισμένη, πρόχειρη, ανεύθυνη, άδικη ή ακόμα και καταχρηστική. Όπως, για παράδειγμα, υπήρξαν περιπτώσεις, όπου η κριτική ασκήθηκε βάσει αληθοφανών και υποτιθέμενων «αξιόπιστων επιστημονικών δεδομένων» διακινούμενων μέσω Διαδικτύου και Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, που έπεισαν πολλούς καλοπροαίρετους μεν, αλλά χωρίς την απαιτούμενη επιστημονική κατάρτιση.

Υπό αυτές τις συνθήκες και στον εκκλησιαστικό χώρο, δεν έλειψαν τα ερωτήματα, οι αντιθέσεις και κάποιες φορές οι εντάσεις. Έχει άραγε ο χειρισμός της Ιεραρχίας ελλείψεις κάπου; Θα μπορούσαν οι αποφάσεις της να είναι διαφορετικές σε κάποιο σημείο; Γεγονός είναι ότι δεν έκλεισε η Ιεραρχία τις Εκκλησίες. Ενώ δεν θα μπορούσε να μην επισημανθεί ότι αντιμετώπισε τις έκτακτες συνθήκες και τα αναφυόμενα ερωτήματα όχι παρορμητικά, αλλά με αίσθημα ευθύνης απέναντι στην κοινωνία και στην υγεία των πιστών. Αλλά και οι πιστοί στην πλειοψηφία τους, και σε βαθμό παράλληλο με ότι συνέβη σε όλους τους κοινωνικούς χώρους, συμμορφώθηκαν στα μέτρα. Άλλο το αν προβάλλονται συχνότερα μέσω ΜΜΕ κάποιες περιορισμένες ακραίες και μη αποδεκτές συμπεριφορές.

Αναφορικά δε με τις πολιτικές αποφάσεις, δεν θα πρέπει να αγνοήσουμε ότι η πρωτοφανής για την εποχή μας απειλή της πανδημίας COVID-19, που χαρακτηρίζεται από «δαιδαλώδεις» υγειονομικές, οικονομικές και κοινωνικές συνιστώσες και προεκτάσεις, όπως και η παγκόσμια αμηχανία ως προς την αντιμετώπισή της, δημιουργούν συνθήκες αφόρητης πίεσης όχι μόνο για τους απλούς πολίτες και εργαζόμενους στους χώρους υγείας, αλλά και για τους διαχειριζόμενους την κατάσταση, που φέρουν την βαριά ευθύνη των αποφάσεων διαχείρισης της κρίσης. Ασφαλώς, είμαστε ευγνώμονες στην επιτροπή ειδικών ιατρών -συμβούλων της Κυβέρνησης, για την τεράστια προσπάθεια που καταβάλουν, και την υψηλή επιστημονική τους κατάρτιση.

Ωστόσο, σαφώς δεν συνιστά ούτε συνωμοσιολογία, ούτε άρνηση μέτρων και ανευθυνότητα, η έντονη δυσφορία που προκαλεί η εντύπωση ότι η Πολιτεία υποβαθμίζει, ή ακόμα και περιφρονεί τις πνευματικές ανάγκες των πιστών και τον ζωτικό ρόλο που διαδραματίζει ο εκκλησιασμός και η μετάληψη των Αγίων Μυστηρίων στην πνευματική, ψυχική και σωματική τους υγεία. Εδώ ακριβώς τίθεται και το ερώτημα: Ποια θα μπορούσε να είναι η αναμενόμενη στάση των πολιτικών μας αρχόντων στο σημείο αυτό;

Θα ήταν βέβαια άδικο να κάνει κανείς ελαφρά τη καρδία λόγο για «μίσος» και «διωγμό» κατά της Εκκλησίας από «σύσσωμη» κιόλας την παρούσα κυβέρνηση, που ομολογουμένως διακρίθηκε για έγκαιρους και εύστοχους χειρισμούς. Όμως η τελική στάση απέναντι στην Εκκλησία, δείχνει να αντανακλά κυρίως κάτι πολύ απλό: Την επικρατούσα συλλογική θρησκευτική αυτοσυνειδησία, τόσο μεταξύ των κυβερνώντων και γενικότερα του πολιτικού προσωπικού, όσο και της ίδιας της ελληνικής κοινωνίας, σε κάποιο βαθμό.

Με άλλα λόγια, έρχεται στην επιφάνεια η απλή αλήθεια ότι δεν αρκεί μόνο το να νομίζει κάποιος ή και να ομολογεί θεωρητικά ότι ανήκει στην Εκκλησία, ότι είναι Ορθόδοξος χριστιανός. Οι πολιτικοί άρχοντες του τόπου, που είναι σαρξ εκ της σαρκός της ελληνικής κοινωνίας και εκλεγμένοι από αυτήν, όπως και αρκετοί πολίτες, ίσως δεν μετέχουν ουσιαστικά του εκκλησιαστικού βιώματος και Σώματος. Άλλωστε δεν είναι άγνωστο ότι η θρησκευτικότητα αρκετών βαπτισμένων χριστιανών ορθοδόξων περιορίζεται στην «από συνήθεια» συμμετοχή σε κάποιες «θρησκευτικές τελετές», στα πλαίσια τοπικής θρησκευτικής παράδοσης ή ευχάριστου κοινωνικού εθίμου.

Όταν δηλαδή κάποιος δεν έχει ζωντανή πίστη και ουσιαστικό θρησκευτικό βίωμα, εύλογα σε δύσκολους καιρούς, όπως τώρα, έχει την τάση να υποβαθμίζει συγκριτικά την αξία της θρησκευτικής πίστης, και τελικά να αγνοεί και το ίδιο το εκκλησιαστικό γεγονός. Κατά συνέπεια, όσοι δεν αντιλαμβάνονται την πίστη ως προϋπόθεση εορτασμού των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων, προβληματίζονται και για την «ασφάλεια» του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας.

Προβληματιζόμαστε. Είναι οι πολιτικοί μας άρχοντες «εγκεντρισμένοι» στην δισχιλιετή αγιοπνευματική Ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ώστε να αξιολογούν ως προτεραιότητα την ανάγκη της ένωσης με το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και Θεού, μέσω της Θείας Κοινωνίας; Αντιλαμβάνονται ότι κάποιες αποφάσεις τους κάνουν τους πολίτες να αισθάνονται υποτιμημένοι και προσβεβλημένοι στο βαθύτερο συστατικό της προσωπικότητας τους; Γιατί η Εκκλησία, έχει συντηρήσει μέσα στους αιώνες την παιδεία, τον πολιτισμό και το κουράγιο του λαού μας και οι Έλληνες νοιώθουν αυτό το ισχυρό αποτύπωμα.

Μήπως το ότι το εκκλησιαστικό Σώμα περίμενε μια πολύ διαφορετική αντιμετώπιση εκ μέρους της Πολιτείας, αποτελεί τελικά, μια μη ρεαλιστική οπτική προσέγγιση; Ή μήπως θα πρέπει να συμβιβαστούν οι πιστοί με την καρικατούρα του αφελούς πιστού που του «επιτρέπεται» να πιστεύει στα «παραμύθια» του, όσο δεν αγγίζουν θέματα ζωτικά για την ζωή του και την ζωή της κοινωνίας;

Τα καταστήματα τροφίμων είναι γεμάτα από κόσμο, που προμηθεύεται αγαθά για το λεγόμενο «εορταστικό τραπέζι». Τα καταστήματα προμήθειας φαγητού δεν ελέγχονται συνεχώς για την χρήση μέσων προστασίας. Τα χέρια των πωλητών τροφών και εμπορευμάτων είναι ασφαλή ενώ των ιερέων όχι; Η υλική τροφή είναι σημαντική, αλλά όχι η πνευματική; Πόσο προσβλητική και ισοπεδωτική είναι τελικά μια τέτοια σύγκριση, που όμως αναπόφευκτα γεννιέται σε κάθε στοιχειωδώς σκεπτόμενο! Σε τι ενόχλησε η προσέλευση πιστών με όλα τα αναγκαία μέτρα στην Εκκλησία, την ξεχωριστή και αγία ημέρα των Θεοφανείων;
Ακόμα όμως και με άδικους, σε πολλές περιπτώσεις μεροληπτικούς περιορισμούς του εκκλησιασμού, δεν είναι συνετό οι ορθόδοξοι πιστοί να καταλήγουν σε απόγνωση. Κάνουμε υπομονή, προσευχόμαστε, πολλές φορές είπαμε «να ‘ναι ευλογημένο». Ταυτόχρονα όμως, η κατάσταση δημιουργεί εύλογα (κοσμικά και πνευματικά) ερωτήματα, καθώς και συναισθήματα λύπης και ανάγκης για εγρήγορση.

Οι Ορθόδοξοι γνωρίζουν δύο αδιάψευστες αλήθειες, που δεν παύουν φυσικά να ισχύουν κι όταν η απρόσκοπτη προσέλευση στο ναό εμποδίζεται: ότι «πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν» (Ιωαν. δ΄ 24) κι ότι ο αληθινός ναός του Θεού είναι ακριβώς οι ίδιοι οι ευσεβείς άνθρωποι (Ιωαν. ιδ΄23, Α Κορ. γ΄16-17, στ΄19, Β Κορ. στ΄16). Αλλά γνωρίζουν επίσης ότι «ουκ επ’ άρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος αλλ’ επί παντί ρήματι εκπορευομένω δια στόματος Θεού» (Ματθ δ’ 4).

Τα Θεοφάνεια εορτάζουμε την φανέρωση της Αγίας Τριάδας, κατά την Βάπτιση του Ιησού Χριστού από τον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή. Ο Μεγάλος Αγιασμός έχει τεράστια σημασία για τους χριστιανούς καθώς φανερώνει τον αγιασμό όλης της δημιουργίας. Οι τελετές της ρίψης του Σταυρού στη θάλασσα, στα ποτάμια, στις λίμνες, δηλώνουν τον αέναο καθαγιασμό όλου του υλικού κόσμου. Με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος εξαγιάζεται η φύση των υδάτων και ολόκληρη η υλική δημιουργία. Γιορτάζουμε την αναγέννηση της ανθρώπινης φύσης μας από την αμαρτία και την απελευθέρωση του κτιστού κόσμου από τη δαιμονική κυριαρχία. Οι πιστοί εκτός του ότι μεταλαμβάνουν και αγιάζονται προσωπικά ραντίζουν τα ζώα, τα σπίτια, τα κτήματά και όλα τους τα υπάρχοντα, ώστε να γεμίσουν από τη χάρη του Θεού και να απελευθερωθούν από την επήρεια των δαιμόνων

Η λαϊκή μας παράδοση μιλά για τους καλικάντζαρους που όλο τον χρόνο προσπαθούν να κόψουν το δέντρο που βαστάει την γη. Κι όταν πιά το έχουν κόψει σχεδόν εντελώς, παραμονή Χριστουγέννων, τ’ αφήνουν να πέσει μόνο του και βγαίνουν στον κόσμο να γλεντήσουν και να ταλαιπωρήσουν τους ανθρώπους. Όμως τα Φώτα, μόλις ψέλνεται ο Αγιασμός φεύγουν τρέχοντας φοβισμένοι μπροστά στην «αγιαστούρα του παππά». Όταν όμως γυρίζουν πίσω, βρίσκουν τον κορμό του δέντρου να είναι πάλι ακέραιος! Και ξαναρχίζουν τις προσπάθειες τους να «γκρεμίσουν» τον κόσμο… Αυτά τα Θεοφάνεια δεν θα παρευρεθούμε στον Μεγάλο Αγιασμό στις Εκκλησίες μας, λόγω των «μέτρων» και οι Ιερείς δεν θα ρίξουν τον Σταυρό στις θάλασσες…
Μάλλον οι καλικάντζαροι θα θυμούνται τα φετινά Θεοφάνεια με πολλή χαρά!

ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ ΤΟ
Share on facebook
Facebook
Share on twitter
Twitter
Share on google
Google
Share on email
Email
Share on print
Print